Ο διάκοσμος αυτός αποτελείται από σταλακτίτες, οι οποίοι ξεκινούν από την οροφή των πετρωμάτων, σταλαγμίτες, οι οποίοι ξεκινούν από το έδαφος, ελικτίτες, μαργαριτάρια σπηλαίων κ.α. Θα δείτε επίσης απολιθωμένα οστά και δόντια από ένα σπάνιο είδος αρκούδας, της σπηλαίας άρκτου, που βρέθηκαν εκεί για πρώτη φορά. Ο ξεναγός σας θα σας εξηγήσει πώς δημιουργήθηκε το Σπήλαιο και θα σας αναφέρει τα ονόματα που έδωσε το ζεύγος Πετροχείλου στους μοναδικούς σχηματισμούς και τις αίθουσες που θα βλέπετε. Το Σπήλαιο όμως σας προκαλεί να βάλετε τη φαντασία σας να δουλέψει για να βρείτε μόνοι σας αντιπροσωπευτικά ονόματα ανάλογα με το τι θυμίζει ο κάθε σχηματισμός στον καθένα σας προσωπικά. Ο πλούτος των μορφών και των χρωμάτων, η ποικιλία των σχηματισμών και η μεγαλοπρέπεια του χώρου δε μπορούν παρά να σας συγκινήσουν.
Πότε και πώς ανακαλύφθηκε
Παλαιοί κάτοικοι των Ιωαννίνων, διηγούνται ότι η είσοδος του Σπηλαίου ήταν γνωστή πριν από το 1900 και ότι ο μπέης Χολιάσης Εφέντης την έκλεισε περί το 1907 για λόγους ασφαλείας. Από τότε όμως τίποτα δε θύμιζε την ύπαρξή του. Γνωστό έγινε κατά τον δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (1940) από κατοίκους του χωριού οι οποίοι κρύβονταν στα κοιλώματα του λόφου Γκορίτσα,για να προφυλαχθούν από τους βομβαρδισμούς των αεροπλάνων.
Το εσωτερικό ωστόσο του Σπηλαίου παρέμεινε άγνωστο, από το φόβο ή και το δέος που προκαλούσε, γιατί έπρεπε να προχωρήσει κανείς έρποντας επί 100 περίπου μέτρα, για να φτάσει σε θαλάμους με ψηλές οροφές. Μετά τον πόλεμο, και συγκεκριμένα το έτος 1951, περνώντας από εκεί τυχαία ο γεωλόγος-σπηλαιολόγος, Ιωάννης Πετρόχειλος έμαθε για την ύπαρξή του. Εισχώρησε σε αυτό και θαύμαζε επί ατέλειωτες ώρες το έξοχο αριστούργημα της ελληνικής φύσης, το πρώτο σε μέγεθος και ομορφιά που συναντούσε στον τόπο μας. Οι εξερευνήσεις συνεχίστηκαν κατά τα έτη 1953-1956, οπότε και αποκαλύφθηκαν νέα διαμερίσματα. Μεγαλόπρεποι διάδρομοι, εκτεταμένοι θάλαμοι καθώς και ο πλούσιος και πρωτόφαντος στολισμός του παρέπεμπαν σε πολυτελές παλάτι, όπου μόνο χθόνιοι θεοί θα μπορούσαν να κατοικούν. Έτσι λοιπόν το Σπήλαιο Περάματος αφιερώθηκε στον Πλούτωνα και την Περσεφόνη.
Περιγραφή του Σπηλαίου
Κλιματολογικά Στοιχεία
Το σπήλαιο αποτελεί τμήμα κοίτης υπόγειου ποταμού, που διανοίχθηκε κατά την προτεταρτογενή εποχή, ηλικίας 1.500.000 χρόνων περίπου (Ιωάννης Πετρόχειλος). Η τουριστική διαδρομή του, έχει μήκος 1.100 μέτρα και η έκταση που καλύπτει είναι 14.800 m2, ενώ η υψομετρική του διαφορά από την είσοδο έως την έξοδο είναι 25 μέτρα περίπου. H θερμοκρασία του αέρα είναι 180 Κελσίου, ενώ η θερμοκρασία των υδάτων των μικρών λιμνών που σχηματίζονται εντός του Σπηλαίου είναι 140 Κελσίου. Η σκληρότητά τους είναι 180 Γαλλικών με P.H 5,5 και η υγρασία του Σπηλαίου αγγίζει το 100%.
Σπηλαιοθεραπεία
Ήδη τα τελευταία χρόνια μεγαλώνει το ενδιαφέρον του κόσμου και κυρίως των ειδικών, διαφόρων επιστημονικών κλάδων σχετικά με το πρόβλημα αξιοποίησης (χρήσης) των χώρων μέσα στα σπήλαια για τη διατήρηση και ανανέωση της υγείας του ανθρώπινου οργανισμού. Ο άνθρωπος βεβαίως, πριν πολλών ετών, είχε γνωρίσει, ότι ορισμένοι υπόγειοι χώροι διαθέτουν τέτοιες Φυσικό-Χημικές ιδιότητες, που στο σύνολο τους επιδρούν θεραπευτικά σε μία σειρά ασθένειες του ανθρώπινου οργανισμού. Στη σημερινή εποχή, οι επιστημονικές έρευνες και η ανάλυση των επιστημονικών γνώσεων, ερμηνεύουν βαθμιαία τις συγκεκριμένες ευεργετικές ιατρικές τους επιδράσεις.
Αυτήν την στιγμή πλέον γνωρίζουμε ότι οι κυριότεροι παράγοντες είναι οι παρακάτω:
1. Η θερμότητα του αέρος και τα ρεύματα που δημιουργεί.
2. Οι αλλαγές και η σχετική υγρασία.
3. Η μη παρουσία όζοντος στους χώρους των σπηλαίων.
4. Το χαμηλό ή και μηδενικό περιεχόμενο μικροοργανισμών.
5. Σωματίδια ραδιενεργά (προϊόντα ραδίου και ακτίνες γάμα).
6. Η μη παρουσία σκόνης, ενώ υπάρχουν τα μικρά σταγονίδια υγρασίας.
7. Το όξινο περιβάλλον και η παρουσία ασβεστίου και μαγνησίου και μια σειρά άλλοι παράγοντες, φυσικοί, χημικοί των σπηλαίων επιδρούν θετικά στην Κλιματοθεραπεία.
Οι σύγχρονες επιστημονικές έρευνες σχετικές με την επίδραση του σπηλαιολογικού περιβάλλοντος στον άνθρωπο, ξεκάθαρα αποδεικνύουν ότι τα σπήλαια εύκολα μπορούν να μετατραπούν σε υπόγεια αναρρωτήρια, όπου θα θεραπεύονται ασθένειες και με την αυξημένη ικανότητα αναζωογόνησης του οργανισμού, όλοι οι παραπάνω παράγοντες επιδρούν θετικά στην υγεία, ανεβάζοντας την φυσική κατάσταση του ατόμου. Και βεβαίως οι παράγοντες αυτοί έχουν ακόμη πιο εξαιρετική σημασία, εφόσον η χρήση τους γίνεται σαν σύνολο. Δεν πρόκειται για τεχνητούς, αλλά για φυσικούς παράγοντες. Στο σπήλαιο υπάρχει μια ατμόσφαιρα με χαμηλή δυναμική, σε σύγκριση με την εξωτερική. Ουσιαστικά ο στατικός αερισμός δεν δημιουργεί αλλαγές όπως στην εξωτερική ατμόσφαιρα και τυχόν αρνητικές επιδράσεις στον οργανισμό. Στο περιβάλλον του σπηλαίου υπάρχει υψηλή περιεκτικότητα CO2 (Διοξ. Άνθρακα), απ” ότι στην εξωτερική ατμόσφαιρα. Αυτή η περιεκτικότητα CO2 διεγείρει τα αναπνευστικά κέντρα και ωθεί σε βαρύτερες αναπνοές και αυτό συντελεί ώστε ο ασθενής να εισπνέει μεγαλύτερες ποσότητες θεραπευτικών στοιχείων που υπάρχουν μέσα στο σπήλαιο. Σημαντικός θεραπευτικός παράγοντας είναι και τα μόρια-σωματίδια φορτισμένα με αρνητικό ηλεκτρισμό (γεννιούνται με την επίδραση της Βαλλοηλεκτρικής του Lenard). Τα σωματίδια αυτά κυκλοφορούν στο περιβάλλον του σπηλαίου και κατά την επαφή με τις βλέννες του ανθρώπινου οργανισμού, συγκρούονται με το θετικό ηλεκτρισμό των πυρήνων στις μεμβράνες. Η υψηλή συγκέντρωση ασβεστούχων Ιονιδίων (Ιόντα) (Calsium) επηρεάζουν θετικά την σταθερότητα των κυττάρων του οργανισμού. Και στις δύο παραπάνω περιπτώσεις γίνεται σημαντική θεραπεία των αλλεργικών ασθενειών όπως είναι το Άσθμα. Το υψηλό περιεχόμενο Μg (magnesium) είναι και αυτό που φέρνει ευεργετικά αποτελέσματα. Στα φαινόμενα που μέχρι στιγμής ανεπαρκώς έχουν ερευνηθεί και στα οποία δίνεται σημαντική σημασία ανήκει και η σταθερότητα του ηλεκτρικού πόλου, διότι ο πετρώδης όγκος επιδρά σαν κλουβί του Faraday, μη επιτρέποντας αστάθειες ηλεκτρομαγνητικές της εξωτερικής ατμόσφαιρας. Σχετικά λίγο γνωστή είναι και η σημασία της ραδιενέργειας που ανακαλύφθηκε, αν και σε ελάχιστες δόσεις, στα περισσότερα σπήλαια. Τη σημασία της έχει και η αδύνατη Gama, τυπική σε πολλούς χώρους των σπηλαίων. Το υγρό περιβάλλον στους χώρους των σπηλαίων έχει όξινη αντίδραση, γεγονός που από πλευράς Μικροβιολογικής σημαίνει ότι οι χώροι των σπηλαίων είναι απολύτως ακατάλληλοι για πολλαπλασιασμό – ανάπτυξη βακτηριδίων. Το σύνολο των παραπάνω παραγόντων φαίνεται εξαντλητικό. Οι μελέτες που έγιναν (κλινικά), απέδειξαν ότι αυτοί οι παράγοντες επιδρούν στην αναζωογόνηση του ανθρώπινου οργανισμού. Στο ερευνητικό κέντρο Τρεσίν του Όλομουτς Μοραβίας όπου συνεργάζονται ειδικοί της πανεπιστημιακής κλινικής και η Έδρα Ιατρικής του Πανεπιστημίου, οι μελέτες απέδειξαν, ότι οι παράγοντες αυτοί έχουν και επιδρούν θεραπευτικά, βοηθούν στην άμυνα του οργανισμού.
Η σπηλαιοθεραπεία μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις παρακάτω περιπτώσεις:
1. Στην θεραπεία χρόνιων βρογχοασθενειών του αναπνευστικού συστήματος – Άσθμα.
2. Αναζωογόνηση ανθρώπινων οργανισμών εκτεθειμένες στις εκπομπές ρύπανσης, καυσαερίων και άλλων επιζήμιων παραγόντων από πυκνή βιομηχανική περιοχή και νέφος που δημιουργείται στις μεγαλουπόλεις.
3. Στη σταθεροποίηση της φυσικής κατάστασης των οργανισμών με χρόνιες παθήσεις, μείωση των προβλημάτων κατά 60-70%.
4. Στη θεραπεία δερματολογικών ασθενειών που προέρχονται από μολύνσεις, αλλεργικής μορφής.
Η μέθοδος μέτρησης των Σπηλαιοθεραπευτικών παραγόντων επεξεργάσθηκε από τη Διεθνή Επιτροπή της ΟΥΝΕΣΚΟ ( ΙΠ8 ) και δεν διαφέρει από τις μεθόδους που χρησιμοποιούνται στην κλιματολογία και στην έρευνα καθαρότητας της ατμόσφαιρας, ραδιομέτρησης και σε παρόμοιες έρευνες. Στην Τσεχία υπάρχουν εμπειρίες 30 ετών, ενώ η σπηλαιοθεραπεία χρησιμοποιείται και στις παρακάτω χώρες: Ουγγαρία, Ρωσία, Αυστρία, Γερμανία, Ιταλία, Πολωνία, Γαλλία, Ρουμανία. Η σπηλαιοθεραπεία εφαρμόζεται σε παιδιά ηλικίας 5 έως 15 ετών. Η διάρκεια της θεραπείας είναι 21 ημέρες για 4 ώρες ημερησίως. Η θεραπεία αυτή γίνεται σε ορυχεία και σε αλατορυχεία.
Αρχαιοζωολογία-Παλαιοντολογία
Ύστερα από βιοσπηλαιολογικές έρευνες που πραγματοποιήθηκαν από το Σουηδό καθηγητή κ. Κ. Lindberg διαπιστώθηκε ότι στο Σπήλαιο διαβιούν τα έντομα των παρακάτω γενεών:
Oligichetes
Arpacticide (Maraenobiotus Brucei Carpatvicus Chapuis) Aselides
Isopodes Terrestres
Amphipodes
Diplopodes Collemboles
Arachnides Acariens
Καθώς και νύμφες από διάφορα έντομα.
Στο Σπήλαιο Περάματος, βρέθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα από τον Ιωάννη Πετρόχειλο ένα νέο είδος δολιχόποδων και μελετήθηκε από το Γάλλο Βιοσπηλαιολόγο Chappuis που ονόμασε «Dolichopod Petrochilozi» προς τιμήν αυτού που το ανακάλυψε.
Γεωλογικά στοιχεία
Η περιοχή των Ιωαννίνων, υπήρξε πολύ διαφορετική στο γεωλογικό παρελθόν. Τα πετρώματα που σήμερα την αποτελούν δημιουργήθηκαν εκατομμύρια χρόνια πριν, όταν αντί για ξηρά τα Ιωάννινα ήταν μέρος ενός ωκεανού που χώριζε την Αφρική από την Ευρασία. Αυτό συνέβη κατά τη διάρκεια του Μεσοζωικού αιώνα (εκ.χρ.), όταν σε άλλα μέρη του κόσμου κυριαρχούσαν οι δεινόσαυροι και άλλοι χερσαίοι και θαλάσσιοι οργανισμοί, πολύ διαφορετικοί από τους σημερινούς. Καθ’ όλη, λοιπόν, τη διάρκεια που η περιοχή είναι ωκεάνια, δέχτηκε στον πυθμένα της τεράστια πάχη ιζημάτων –αποθέσεις, οι οποίες αποτέθηκαν οριζόντια, καταλαμβάνοντας εξ’ ολοκλήρου την έκτασή του. Άλλοτε αυτό γινόταν σε συνθήκες πιο ρηχής θάλασσας και άλλοτε σε βαθύτερης. Προς το τέλος αυτού του αιώνα, στην περίοδο που ονομάζεται Σενόνιο (περίπου 70 με 80 εκ. χρ. πριν), στον πυθμένα συνέχισαν να αποτίθενται ανθρακικά υλικά, κυρίως σκελετικά υπολείμματα θαλάσσιων οργανισμών, τα οποία με το πέρασμα του γεωλογικού χρόνου, επρόκειτο να μετατραπούν στο σκληρό και συμπαγές ασβεστολιθικό πέτρωμα του λόφου Γκόριτσα του Περάματος. Για να γίνει όμως αυτό, έπρεπε να συμβούν μεγάλες γεωλογικές μεταβολές, ώστε ο ωκεανός να μετατραπεί σε ξηρά. Για να αναδυθούν τα πετρώματα απαραίτητη ήταν η συμπίεση τους, που σήμαινε και το κλείσιμο της ωκεάνιας λεκάνης ανάμεσα στην Αφρική και Ευρασία. Αυτό έγινε εξαιτίας της προσέγγισης της μιας ηπείρου στην άλλη, δηλ. της σύγκλισής τους. Οι αλλαγές αυτές συνέβησαν κατά τη γεωλογική περίοδο του Ολιγοκαίνου-Κάτω Μειοκαίνου (περίπου 35-15 εκ. χρ. πριν), που συμπίεσαν τα κάποτε οριζόντια σχηματισμένα πετρώματα και τα πτύχωσαν ώστε να αναδυθούν. Από τα γεγονότα αυτά και μετά η γεωλογική ιστορία της περιοχής αρχίζει να είναι πιο καθοριστική για τη σημερινή εικόνα που παρουσιάζει. Ακολούθησε, στο τέλος της μειοκαινικής περιόδου (περίπου 5 εκ. χρ. πριν) η αρχική διαμόρφωση του λεκανοπεδίου των Ιωαννίνων. Τότε, το πρόσφορο σε διάλυση ασβεστολιθικό πέτρωμα, που αποτελούσε τη λεκάνη άρχισε να διαβρώνεται από το νερό της βροχής -μία διαδικασία που λέγεται καρστική διάβρωση- με αποτέλεσμα να διευρύνεται και να βαθαίνει. Τα ρέματα και οι χείμαρροι των παρακείμενων ορεινών όγκων εισέρρεαν στην λεκάνη, μεταφέροντας ιζήματα από τη διάβρωση των πετρωμάτων που διέσχιζαν. Τα υλικά αυτά αποτέθηκαν στον πυθμένα της λεκάνης, «θωρακίζοντας» τον. Έτσι κατά το πλειόκαινικη περίοδο (5-2 εκ. χρ. πριν) το νερό συγκεντρώνεται στην λεκάνη, αδυνατώντας να διαφύγει στο εσωτερικό των πετρωμάτων και σχηματίζει μία μεγάλη λίμνη.
Από την περίοδο αυτή και έπειτα η έκταση της λίμνης προοδευτικά μειώνεται, οι διαδικασίες διάβρωσης διαμορφώνουν τα γειτονικά βουνά και λόφους, τα υπόγεια νερά διαμορφώνουν σπήλαια και κάθε ένα γεωλογικό γεγονός διαμορφώνει τελικά τη σημερινή εικόνα της περιοχής. Στη διαμόρφωση αυτή επιπρόσθετος παράγοντας υπήρξε, ενδεχομένως, η παρουσία παγετώνων και των αντίστοιχων περιόδων κατά τη διάρκεια του Πλειστοκαίνου. Περίπου αυτήν τη γεωλογική περίοδο στο τέλος του Πλειοκαίνου ή και την αρχή του Πλειστοκαίνου (1.8 εκ. χρ. πριν) δημιουργήθηκε το σπήλαιο του Περάματος, δηλαδή στο πολύ πρόσφατο γεωλογικό παρελθόν.